Γιατί δεν επαναστατούμε;
Θα μπορούσαμε. Φυσικά και θα μπορούσαμε! Λίγα μας έχουν συμβεί; Λίγο μας έχουν αδικήσει; Τι περιμένουμε; Γιατί δεν επαναστατούμε; Τι μας συμβαίνει;
Είναι τόσο δύσκολη υπόθεση η επανάσταση; Όχι. Σίγουρα όχι. Ακόμα και τα πιο ισχυρά φαύλα καθεστώτα ανά πάσα ώρα και στιγμή μπορούν να καταρρεύσουν. Ακόμα κι ο πιο σιωπηλός, φαινομενικά φιλήσυχος, καθησυχασμένος άνθρωπος κρύβει μέσα του τέτοιες δυνάμεις, που αν εκλυθούν, μπορούν να διαλύσουν το σύμπαν. Η επανάσταση ως διαδικασία- όσο κι αν αυτό μοιάζει περίεργο- δεν είναι μια τόσο δύσκολη υπόθεση.
Τι γίνεται, όμως, μετά την επανάσταση; Μετά τι; Γιατί οι επαναστάτες γίνονται ίδιοι με τους προκατόχους της εξουσίας; Γιατί σ’ αυτήν την οργουελική Φάρμα, τα επαναστατημένα ζώα αρχίζουν να περπατούν με τα δυο τους πόδια και μετά από λίγο δε μπορείς να ξεχωρίσεις τους ανθρώπους από τα γουρούνια; Κι αυτό τι σημαίνει; Να μην επαναστατήσεις; Όχι. Να επαναστατήσεις, γιατί κανείς δεν ορίζει το μέλλον και μπορεί ειδικά ΑΥΤΗ η δίκαιη επανάσταση να γεννήσει κάτι σημαντικό, κάτι μεγάλο, κάτι αληθινό. Πώς αλλιώς θα γίνει νέα εκκίνηση του χρόνου, πώς θ’ αναδειχθεί κάτι καλό, αν δεν φύγει – έστω δια της βίας- το παλιό και διεφθαρμένο;
Να επαναστατήσουμε, λοιπόν. Ναι!
Οι άνθρωποι εδώ και χιλιάδες χρόνια επαναστατούν. Το διακύβευμα, όμως, είναι αν ξέρουν πραγματικά τι (από)ζητούν. Και το εννοώ το «πραγματικά». Αναγνωρίζουμε εύκολα τα Κακώς Κείμενα, μπορούμε να τα κάνουμε συνθήματα, αιτήματα και σοβαρούς λόγους ανατροπής μιας καθεστηκυίας τάξης. Στα Καλώς Κείμενα, όμως, δυσκολευόμαστε. Τι κουβαλάμε μέσα μας που θα αντικαταστήσει το κακό, το ποταπό;
Όποιος ζητά Δικαιοσύνη, μπορεί ο ίδιος να είναι δίκαιος; Ακόμα και σ’ αυτά τα μικρά, τα καθημερινά, στις λεπτομέρειες της ζωής. Μπορεί;
Όποιος ζητά Αγάπη, μπορεί ο ίδιος να είναι η Αγάπη; Να μην πιστεύει πως ο δικός του προσωπικός θεούλης είναι πιο σημαντικός απ’ των άλλων;
Είναι τόσο δύσκολη υπόθεση η επανάσταση; Όχι. Σίγουρα όχι. Ακόμα και τα πιο ισχυρά φαύλα καθεστώτα ανά πάσα ώρα και στιγμή μπορούν να καταρρεύσουν. Ακόμα κι ο πιο σιωπηλός, φαινομενικά φιλήσυχος, καθησυχασμένος άνθρωπος κρύβει μέσα του τέτοιες δυνάμεις, που αν εκλυθούν, μπορούν να διαλύσουν το σύμπαν. Η επανάσταση ως διαδικασία- όσο κι αν αυτό μοιάζει περίεργο- δεν είναι μια τόσο δύσκολη υπόθεση.
Τι γίνεται, όμως, μετά την επανάσταση; Μετά τι; Γιατί οι επαναστάτες γίνονται ίδιοι με τους προκατόχους της εξουσίας; Γιατί σ’ αυτήν την οργουελική Φάρμα, τα επαναστατημένα ζώα αρχίζουν να περπατούν με τα δυο τους πόδια και μετά από λίγο δε μπορείς να ξεχωρίσεις τους ανθρώπους από τα γουρούνια; Κι αυτό τι σημαίνει; Να μην επαναστατήσεις; Όχι. Να επαναστατήσεις, γιατί κανείς δεν ορίζει το μέλλον και μπορεί ειδικά ΑΥΤΗ η δίκαιη επανάσταση να γεννήσει κάτι σημαντικό, κάτι μεγάλο, κάτι αληθινό. Πώς αλλιώς θα γίνει νέα εκκίνηση του χρόνου, πώς θ’ αναδειχθεί κάτι καλό, αν δεν φύγει – έστω δια της βίας- το παλιό και διεφθαρμένο;
Να επαναστατήσουμε, λοιπόν. Ναι!
Οι άνθρωποι εδώ και χιλιάδες χρόνια επαναστατούν. Το διακύβευμα, όμως, είναι αν ξέρουν πραγματικά τι (από)ζητούν. Και το εννοώ το «πραγματικά». Αναγνωρίζουμε εύκολα τα Κακώς Κείμενα, μπορούμε να τα κάνουμε συνθήματα, αιτήματα και σοβαρούς λόγους ανατροπής μιας καθεστηκυίας τάξης. Στα Καλώς Κείμενα, όμως, δυσκολευόμαστε. Τι κουβαλάμε μέσα μας που θα αντικαταστήσει το κακό, το ποταπό;
Όποιος ζητά Δικαιοσύνη, μπορεί ο ίδιος να είναι δίκαιος; Ακόμα και σ’ αυτά τα μικρά, τα καθημερινά, στις λεπτομέρειες της ζωής. Μπορεί;
Όποιος ζητά Αγάπη, μπορεί ο ίδιος να είναι η Αγάπη; Να μην πιστεύει πως ο δικός του προσωπικός θεούλης είναι πιο σημαντικός απ’ των άλλων;
Όποιος φωνάζει Ειρήνη, να το εννοεί πως η Ειρήνη είναι η απάντηση απέναντι σε κάθε δίκαιο ή άδικο πόλεμο;
Μπορεί;
- Εγώ είμαι καλός άνθρωπος…
- Όλοι κάτι είμαστε…
- Εγώ είμαι καλός.
- Αγαπάς τους εχθρούς σου;
- Ε..;
- Αγαπάς τους εχθρούς σου;
- …τους εχθρούς μου… όχι.
- Μάλιστα.
- Θα ‘πρεπε;
- Σε ρωτάω.
- Όχι.
- Αγαπάς τον διπλανό σου;
- Ναι, φυσικά…
- Όσο και τον εαυτό σου;
- Εγώ είμαι καλός.
- Αγαπάς τους εχθρούς σου;
- Ε..;
- Αγαπάς τους εχθρούς σου;
- …τους εχθρούς μου… όχι.
- Μάλιστα.
- Θα ‘πρεπε;
- Σε ρωτάω.
- Όχι.
- Αγαπάς τον διπλανό σου;
- Ναι, φυσικά…
- Όσο και τον εαυτό σου;
- Ε…;
- Δε λέω περισσότερο από τον εαυτό σου. Το ίδιο ακριβώς.
- Το ίδιο με μένα αγαπάω τους γονείς μου, τον αδερφό μου…
- Τον άγνωστο διπλανό σου;
- Τον άγνωστο;
- Ναι τον άγνωστο. Τον αγαπάς όσο και τον εαυτό σου;
- Αν με αγαπάει κι εκείνος…
- Μόνο τότε;
- Ε, ναι! Αν δε μ’ αγαπάει, τι να κάνω εγώ; Δούναι και λαβείν είναι η ζωή… Αν μ’ αγαπάει θα τον αγαπάω. Αν όχι, τότε…
- Βάζεις όρους.
- Δε λέω περισσότερο από τον εαυτό σου. Το ίδιο ακριβώς.
- Το ίδιο με μένα αγαπάω τους γονείς μου, τον αδερφό μου…
- Τον άγνωστο διπλανό σου;
- Τον άγνωστο;
- Ναι τον άγνωστο. Τον αγαπάς όσο και τον εαυτό σου;
- Αν με αγαπάει κι εκείνος…
- Μόνο τότε;
- Ε, ναι! Αν δε μ’ αγαπάει, τι να κάνω εγώ; Δούναι και λαβείν είναι η ζωή… Αν μ’ αγαπάει θα τον αγαπάω. Αν όχι, τότε…
- Βάζεις όρους.
- Ε, πώς αλλιώς;
- Βάζεις όρους και προϋποθέσεις. Σαν τράπεζα κι εσύ. Έχει ψιλά γράμματα το συμβόλαιό σου με τους άλλους…
- …Τι; Δεν σε καταλαβαίνω…
Οι άνθρωποι έγιναν οι ίδιοι τράπεζες.
Τοκίζουν αγάπη και σχέσεις. Πουλάνε αέρα κοπανιστό, αμπαλαρισμένο με φανταχτερές λέξεις. Ο καθένας είναι ένας τραπεζίτης που προσπαθεί να μεγιστοποιήσει το προσωπικό του κέρδος. Ποιος θα επαναστατούσε απέναντι σ’ αυτό το χρηματοπιστωτικό σύστημα;
Αν αύριο γινόταν ένα θαύμα και μας επέστρεφαν όλα μας τα χρήματα. Αν αύριο ως χώρα δεν χρωστούσαμε τίποτα. Απολύτως τίποτα! Κι επιστρέφαμε στις ζωές μας όπως ήταν πριν την οικονομική κρίση. Αν γινόταν κάτι τέτοιο… θα συνεχίζαμε να φωνάζουμε με την ίδια ακριβώς δύναμη για το «Άδικο»; Θα μας έτρωγε τις σάρκες αυτό το «Άδικο» του κόσμου;
Αν όχι, τότε και σήμερα δεν φωνάζουμε για το «Άδικο», αλλά μόνο για την προσωρινή αδικία που μας αφορά.
Και για καμία άλλη.
Θα μας ένοιαζε το πεντάχρονο πιτσιρικάκι που περνά τη ζωή του ράβοντας μπάλες ποδοσφαίρου για μια μεγάλη εταιρεία; Θα μας ένοιαζε. Κάποιοι θα το λυπόμασταν κιόλας. Μπορεί και να δίναμε λίγα χρήματα σε κάποιον τηλεμαραθώνιο. Αλλά μέχρι εκεί. Τι άλλο, δηλαδή, θα μπορούσαμε να κάνουμε; Δε θ’ αλλάξουμε εμείς τον κόσμο. Δε μπορούμε! Πάντοτε υπήρχαν φτωχοί. Και θα υπάρχουν.
«Πάντοτε θα υπάρχουν φτωχοί», λέει και ο επιχειρηματίας που από το γραφείο του ουρανοξύστη του, μαθαίνει πως το Fund που διευθύνει, μόλις κέρδισε 500 εκατομμύρια δολάρια από τα ασφάλιστρα κινδύνου μιας υπό χρεοκοπία χώρας. Για εκείνον, η χώρα είναι μια κουκίδα στον χάρτη. Είναι μακριά. Σαν παιδί που ράβει μπάλες στο Μπαγκλαντές. Μπορεί και να τους λυπάται τους κατοίκους της, αλλά έτσι είναι ο κόσμος. Έτσι βρήκε κι εκείνος αυτόν τον κόσμο- άδικο- και δε μπορεί να τον αλλάξει. Από τα κέρδη, άνοιξαν κι άλλο οι δουλειές και μπορεί να αφήσει στα παιδιά του ακόμα περισσότερα χρήματα. Για τα παιδιά του το κάνει. Για να είναι εξασφαλισμένα για πάντα, για να μη χρειαστεί να περάσουν όλα όσα πέρασε εκείνος μέχρι να βρεθεί σ’ αυτήν την δερμάτινη καρέκλα.
Όλοι έχουμε μια λογικοφανή δικαιολογία. Ανάλογα με τη θέση που μας έφερε η ζωή. Αν βρισκόμουν εγώ στη θέση του, τι θα έκανα; Θα τα μοίραζα στους φτωχούς;
Όλοι μπορούμε να επαναστατήσουμε.
Αλλά, τελικά, δεν αλλάζουμε τον κόσμο. Γιατί δεν ξέρουμε με τι να τον αντικαταστήσουμε.
Για χιλιάδες χρόνια δοκιμάσαμε το μαχαίρι, το σπαθί και το μπαρούτι. Θρησκείες, ιδεολογίες, βία και βαρβαρότητα. Μα η ύπαρξή μας ξέρει πια καλά πως, κάποτε, πρέπει να κάνουμε το επόμενο βήμα. Ένα βήμα εσωτερικό.
Μια επανάσταση που δε θα έχει αρχηγούς, ταγούς, μουλάδες κι αυθεντίες. Δε θα ‘χει εγχειρίδια, κανονισμούς και μαρκίζες.
Θα μας ένοιαζε το πεντάχρονο πιτσιρικάκι που περνά τη ζωή του ράβοντας μπάλες ποδοσφαίρου για μια μεγάλη εταιρεία; Θα μας ένοιαζε. Κάποιοι θα το λυπόμασταν κιόλας. Μπορεί και να δίναμε λίγα χρήματα σε κάποιον τηλεμαραθώνιο. Αλλά μέχρι εκεί. Τι άλλο, δηλαδή, θα μπορούσαμε να κάνουμε; Δε θ’ αλλάξουμε εμείς τον κόσμο. Δε μπορούμε! Πάντοτε υπήρχαν φτωχοί. Και θα υπάρχουν.
«Πάντοτε θα υπάρχουν φτωχοί», λέει και ο επιχειρηματίας που από το γραφείο του ουρανοξύστη του, μαθαίνει πως το Fund που διευθύνει, μόλις κέρδισε 500 εκατομμύρια δολάρια από τα ασφάλιστρα κινδύνου μιας υπό χρεοκοπία χώρας. Για εκείνον, η χώρα είναι μια κουκίδα στον χάρτη. Είναι μακριά. Σαν παιδί που ράβει μπάλες στο Μπαγκλαντές. Μπορεί και να τους λυπάται τους κατοίκους της, αλλά έτσι είναι ο κόσμος. Έτσι βρήκε κι εκείνος αυτόν τον κόσμο- άδικο- και δε μπορεί να τον αλλάξει. Από τα κέρδη, άνοιξαν κι άλλο οι δουλειές και μπορεί να αφήσει στα παιδιά του ακόμα περισσότερα χρήματα. Για τα παιδιά του το κάνει. Για να είναι εξασφαλισμένα για πάντα, για να μη χρειαστεί να περάσουν όλα όσα πέρασε εκείνος μέχρι να βρεθεί σ’ αυτήν την δερμάτινη καρέκλα.
Όλοι έχουμε μια λογικοφανή δικαιολογία. Ανάλογα με τη θέση που μας έφερε η ζωή. Αν βρισκόμουν εγώ στη θέση του, τι θα έκανα; Θα τα μοίραζα στους φτωχούς;
Όλοι μπορούμε να επαναστατήσουμε.
Αλλά, τελικά, δεν αλλάζουμε τον κόσμο. Γιατί δεν ξέρουμε με τι να τον αντικαταστήσουμε.
Για χιλιάδες χρόνια δοκιμάσαμε το μαχαίρι, το σπαθί και το μπαρούτι. Θρησκείες, ιδεολογίες, βία και βαρβαρότητα. Μα η ύπαρξή μας ξέρει πια καλά πως, κάποτε, πρέπει να κάνουμε το επόμενο βήμα. Ένα βήμα εσωτερικό.
Μια επανάσταση που δε θα έχει αρχηγούς, ταγούς, μουλάδες κι αυθεντίες. Δε θα ‘χει εγχειρίδια, κανονισμούς και μαρκίζες.
ΜΠΟΡΕΙΣ Ν’ ΑΓΑΠΑΣ ΧΩΡΙΣ ΑΝΤΑΛΛΑΓΜΑ;
Μπορείς;
Εσύ, που με διαβάζεις. Μπορείς;
Εσύ, που γράφεις αυτές τις λέξεις. Μπορείς;
Το ξέρω πως δεν είναι εύκολο.
Πιο εύκολο είναι να πιάσεις μια πέτρα και να την πετάξεις, παρά να την σκαλίσεις και να γίνει έργο τέχνης.
Μπορείς ν’ αγαπάς χωρίς αντάλλαγμα;
«ΑΥΤΑ ΔΕ ΓΙΝΟΝΤΑΙ… Είναι λόγια ποιητικά, είναι… γλυκερές φράσεις που….». Γίνονται. Κι όμως γίνονται. Καθημερινά. Υπάρχουν τόσοι και τόσοι άνθρωποι που το κάνουν σιωπηλά, χωρίς υστερικές κραυγές, αυτονόητα, χωρίς αναμονή επιβράβευσης. Απλώς δεν τους ξέρεις. Ακόμα. Δεν σε ξέρεις.
Η Επανάσταση της Καλοσύνης.
Αν συμβεί κάτι τέτοιο, θα είναι η μεγαλύτερη επανάσταση που γνώρισε ποτέ αυτός ο κόσμος.
Αν συμβεί, θα ‘ναι τέτοιος ο συντονισμός που θα γυρίσει η γη ανάποδα. Και θα πέσουν τα λεφτά από τις τσέπες.
Και τότε θα καταλάβουμε γιατί είναι έτσι φτιαγμένη η θάλασσα.
Γιατί είναι έτσι ο Ουρανός.
Μπορείς;
Εσύ, που με διαβάζεις. Μπορείς;
Εσύ, που γράφεις αυτές τις λέξεις. Μπορείς;
Το ξέρω πως δεν είναι εύκολο.
Πιο εύκολο είναι να πιάσεις μια πέτρα και να την πετάξεις, παρά να την σκαλίσεις και να γίνει έργο τέχνης.
Μπορείς ν’ αγαπάς χωρίς αντάλλαγμα;
«ΑΥΤΑ ΔΕ ΓΙΝΟΝΤΑΙ… Είναι λόγια ποιητικά, είναι… γλυκερές φράσεις που….». Γίνονται. Κι όμως γίνονται. Καθημερινά. Υπάρχουν τόσοι και τόσοι άνθρωποι που το κάνουν σιωπηλά, χωρίς υστερικές κραυγές, αυτονόητα, χωρίς αναμονή επιβράβευσης. Απλώς δεν τους ξέρεις. Ακόμα. Δεν σε ξέρεις.
Η Επανάσταση της Καλοσύνης.
Αν συμβεί κάτι τέτοιο, θα είναι η μεγαλύτερη επανάσταση που γνώρισε ποτέ αυτός ο κόσμος.
Αν συμβεί, θα ‘ναι τέτοιος ο συντονισμός που θα γυρίσει η γη ανάποδα. Και θα πέσουν τα λεφτά από τις τσέπες.
Και τότε θα καταλάβουμε γιατί είναι έτσι φτιαγμένη η θάλασσα.
Γιατί είναι έτσι ο Ουρανός.
Χωρίς σύνορα κι εμπόδια.
Απέραντος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μιλα..μαρτυρησε τα ολα!!